Άρθρο μου που πρωτοδημοσιοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2009 και αναφέρεται στον δημόσιο διάλογο, κυρίως αυτόν που γίνεται μέσω των ηλεκτρονικών ΜΜΕ. Με ευχαρίστηση διαπιστώνω ότι η κατάσταση του δημοσίου διαλόγου έχει βελτιωθεί εν τω μεταξύ, πιστεύω όμως ότι παραμένει σε μεγάλο βαθμό επίκαιρο.
____________________________________________
Αν δεν κάνω λάθος, ήταν ο Φώτης Κουβέλης που είπε πολύ πετυχημένα πρόσφατα [Άνοιξη 2009] μιλώντας σε επιτροπή της Βουλής: "Η κοινή λογική παραμένει ζητούμενο στην πατρίδα μας.". Πράγματι είναι έτσι, και θεωρώ την διαιώνιση του προβλήματος του πανεπιστημιακού "ασύλου" ως την πιο πειστική απόδειξη της περιφρόνησης της κοινής λογικής από το πολιτικό μας σύστημα, μέρος του οποίου βέβαια, σημαντικότατο, είμαστε εμείς οι πολίτες.
Νομίζω ένας από τους συχνότερους και πιο αποτελεσματικούς τρόπους που πλήττεται η κοινή λογική στην Ελλάδα, είναι ο τρόπος που διεξάγεται ο δημόσιος διάλογος, η κουλτούρα του, το ήθος του. Έχει υπάρξει πρόοδος νομίζω τα τελευταία χρόνια, έχουμε όμως πολύ δρόμο ακόμα. Για να επιταχυνθεί η διαδικασία, νομίζω θα ήταν χρήσιμο να τεθούν κάποιοι κανόνες κοινής λογικής, που θα μας βοηθούν να εντοπίζουμε ευκολότερα τις παραβιάσεις της.
Πώς θα μπορούσαν να κωδικοποιηθούν οι σχετικοί κανόνες με έχει προβληματίσει από καιρό, και θα ήθελα να προτείνω ως βάση της σχετικής συζήτησης το καταστάλαγμα αυτού του προβληματισμού.
Πιστεύω πως στον δημόσιο διάλογο εν περιλήψει:
- Έχουν θέση μόνο αρχές, στόχοι και μέτρα, όχι προσωπικές αναφορές.
- Έχουν θέση μόνο τεκμήρια και επιχειρήματα, όχι υποτιμητικά σχόλια.
- Δεν έχουν θέση πρόσωπα που απαξιώνουν τους θεσμούς.
- Οι δημοσιογράφοι είναι συντονιστές, διαιτητές κι ερευνητές, όχι συμμετέχοντες στην αντιπαράθεση.
- Το επίπεδο λεπτομέρειας των προτάσεων χρειάζεται να είναι κατάλληλο για την επίλυση του όποιου θέματος.
- Το επίπεδο λεπτομέρειας των απαντήσεων χρειάζεται να είναι αντίστοιχο της σχετικής πρότασης.
- Το όποιο κόστος μιας πρότασης χρειάζεται να αποτελεί απαραίτητα μέρος της πρότασης και συζητείται ταυτόχρονα. Αν το κόστος είναι οικονομικό, η εκτίμηση και ο τρόπος κάλυψής του, χρειάζεται να είναι μέρος της ίδιας πρότασης.
- Όταν υπάρχουν διαθέσιμα αντικειμενικά στοιχεία, προτιμώνται έναντι των υποκειμενικών κρίσεων.
- Όταν γίνεται επίκληση αντικειμενικών στοιχείων, ο έλεγχός τους είναι ευθύνη των δημοσιογράφων.
- Η αλλαγή άποψης είναι θεμιτή όταν ομολογείται ανοιχτά και δικαιολογείται πλήρως.
- Κανείς δεν χρειάζεται να αποδεικνύει πως δεν είναι ελέφαντας.
- Συμπύκνωση της ουσίας είναι χρήσιμη, όχι όμως δυνατή επ' άπειρον και ισχύει πρωτίστως για τον ερωτώντα.
- Η παρουσία δεν αρκεί, χρειάζεται ουσία.
- Το θέαμα αφαιρεί, δεν προσθέτει ουσία.
- Η πρόσβαση των απόψεων στο βήμα γίνεται με γνώμονα την πολυφωνία μα και την αναλογικότητα της απήχησής τους.
- Οι ασθενείς κοινωνικές ομάδες χρειάζονται υπερεκπροσώπηση.
- Χρειάζεται έντονη ενεργητική ενίσχυση νέων ιδεών και προσώπων.
- Έχουν θέση μόνο αρχές, στόχοι και μέτρα, όχι προσωπικές αναφορές.
Συζήτηση περί συγκεκριμένων προσώπων δεν έχει θέση στον δημόσιο διάλογο. Συγκεκριμένες συμπεριφορές μπορεί να δώσουν έναυσμα σε δημόσιο διάλογο “επί της αρχής”, κι αυτό μόνο όταν επηρεάζουν την δημόσια ζωή. Συγκεκριμένα πρόσωπα όχι. Παραβατικές συμπεριφορές συγκεκριμένων προσώπων, αποτελούν πεδίο έρευνας της δικαιοσύνης, όχι θέμα του δημόσιου διαλόγου.
- Έχουν θέση μόνο τεκμήρια και επιχειρήματα, όχι υποτιμητικά σχόλια.
"Η πολιτική σας είναι ανεύθυνη, επιπόλαιη, καταστροφική, συμφεροντολογική κλπ.", δηλαδή γενικόλογα απαξιωτικά σχόλια, δεν θέλουμε να γίνονται δεκτά. Κριτική συγκεκριμένη του τύπου "η τάδε πρότασή σας αν γίνει δεκτή, ή η τάδε πολιτική σας θα είναι ζημιογόνα για τον τάδε λόγο", είναι θεμιτή και επιθυμητή.
Εννοείται ότι δεν έχουν θέση προσωπικά υποτιμητικά σχόλια της μορφής "Είστε ανεύθυνοι, επιπόλαιοι, συμφεροντολόγοι κλπ.", διότι παραβιάζουν ταυτόχρονα και τον 1 και τον 2.
Συχνά τέτοια υποτιμητικά σχόλια αναφέρονται στον πρωθυπουργό και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δηλαδή σε πρόσωπα που απολαμβάνουν την δηλωμένη με ψήφο εμπιστοσύνη περισσότερων από το ένα τρίτο των Ελλήνων (άθροισμα μεγαλύτερο των δύο τρίτων, όταν αναφέρονται και στους δύο)! Καλώς ή κακώς, αυτοί οι πολίτες είμαστε κι αυτούς τους πολιτικούς αρχηγούς εμπιστευόμαστε. Όποιος υποτιμά τα συγκεκριμένα πρόσωπα, υποτιμά και την μέγιστη πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών. Η υποτίμηση δεν είναι αποδεκτή σε καμία περίπτωση. Πολύ περισσότερο προς την πλειονοψηφία.
- Δεν έχουν θέση πρόσωπα που απαξιώνουν τους θεσμούς.
Κατάλληλο παράδειγμα εδώ είναι γνωστός δικηγόρος που χειροδικεί δημόσια, και κατόπιν αντί να ανακαλέσει και να απολογηθεί, το περηφανεύεται, δημόσια και πάλι. Ταυτόχρονα προσκαλείται συχνά-πυκνά από διακεκριμένους δημοσιογράφους να συμμετάσχει στον δημόσιο διάλογο, και γίνεται αποδεκτός σ' αυτόν (έμπρακτα αφού δεν αντιδρούν) από διακεκριμένους πολίτες και πολιτικούς! Η δικαιοσύνη είναι πολύ σημαντικός θεσμός, και δεν θέλουμε να επιτρέπουμε σε κανέναν να τον απαξιώνει, πολύ περισσότερο δε στους λειτουργούς της. Όταν κάποιος κάνει κάτι παρόμοιο ανοιχτά, σκόπιμα και χωρίς να ανακαλεί, για οποιονδήποτε σημαντικό θεσμό, κοινή λογική υπαγορεύει ότι η γνώμη του κατά τα άλλα δεν είναι ούτε σεβαστή ούτε ευπρόσδεκτη.
Άλλο πολύ χτυπητό παράδειγμα είναι η με αίμα εξασφάλιση προνομιούχου θέσης στον δημόσιο διάλογο, των τρομοκρατών. Δεν είναι λογικό από την μια οι νομοταγείς πολίτες για να δημοσιεύσουν ανακοινώσεις να χρειάζεται να πληρώνουν αδρά, και από την άλλη οι τρομοκράτες που στοχεύουν να πλήξουν καίρια όλους τους δημοκρατικούς θεσμούς, να ανταμείβονται από μέσα επικοινωνίας για τις ακραία παράνομες πράξεις τους με δωρεάν δημοσίευση των ανακοινώσεών τους, σε περίοπτη μάλιστα θέση και συνοδευόμενη από σχολιασμό!
- Οι δημοσιογράφοι είναι συντονιστές, διαιτητές κι ερευνητές, όχι συμμετέχοντες στην αντιπαράθεση.
Θυμάμαι με νοσταλγία τις εποχές που οι αθλητικογράφοι απέκρυπταν με επιμέλεια από το κοινό την ομάδα της προτίμησής τους. Θεωρούσαν, και σωστά, ότι κάτι τέτοιο θα έθετε σε αμφισβήτηση την αντικειμενικότητά τους. Ποτέ μου δεν μπόρεσα να καταλάβω, ούτε γιατί η πρακτική αυτή ατόνησε κι εγκαταλείφθηκε, ούτε γιατί και οι πολιτικοί συντάκτες δεν θεώρησαν ποτέ ότι έχουν την ίδια υποχρέωση να επιδιώκουν την αντικειμενικότητα, πριν από κάθε τι άλλο. Ποιος θα δεχόταν ως διαιτητή ενός ποδοσφαιρικού αγώνα έναν δηλωμένο, ή τέλος πάντων παγκοίνως γνωστό ένθερμο οπαδό του Παναθηναϊκού ή του Ολυμπιακού;
Ο διάλογος διαθέτει θεσμοθετημένους υποστηρικτές θέσεων, τους πολιτικούς όχι τους δημοσιογράφους. Θέλουμε οι δημοσιογράφοι να μην ξεχνούν ότι ο ρόλος τους στον δημόσιο διάλογο είναι ρόλος οργανωτή, διαιτητή κι ερευνητή. Ότι είναι θεσμοθετημένοι συνήγοροι του διαβόλου, επαγγελματίες σκεπτικιστές, αμφισβητίες πλήρους απασχόλησης και ενοχλητικοί διερευνητές. Ότι εκπροσωπούν το κοινό γενικά, όχι συγκεκριμένες απόψεις, και μάλιστα τις προσωπικές τους. Ότι είναι υποστηρικτές της λογικής, θεματοφύλακες των κανόνων, αναζητητές της αντικειμενικής αλήθειας. Ότι "σφυρίζουν το παιγνίδι", δεν "παίζουν" σ' αυτό!
Δημοσιογράφοι που το αγνοούν αυτό "κατά συρροήν", μπορούν να συμμετέχουν στον διάλογο αν το επιθυμούν, αλλά ως πολίτες. Ως δημοσιογράφους, καλύτερα για το κοινό να τους απορρίπτει ως μεροληπτικούς.
Δημοσιογράφοι που το αγνοούν αυτό "κατά συρροήν", μπορούν να συμμετέχουν στον διάλογο αν το επιθυμούν, αλλά ως πολίτες. Ως δημοσιογράφους, καλύτερα για το κοινό να τους απορρίπτει ως μεροληπτικούς.
- Το επίπεδο λεπτομέρειας των προτάσεων χρειάζεται να είναι κατάλληλο για την επίλυση του όποιου θέματος.
Για παράδειγμα στο πρόβλημα των παράνομων χωματερών η πρόταση: "Θέλουμε μια Ελλάδα που σέβεται το περιβάλλον!", είναι απλώς ευχολόγιο και δεν συνεισφέρει καθόλου σε λύση. Προτείνει έναν στόχο, χωρίς όμως ν' αναφέρεται στα μέτρα που θα τον επιτύχουν. Εστιάζει στο όφελος αποφεύγοντας ν' αναφερθεί στο κόστος. Αυτό είναι λαϊκισμός. Δεν θέλουμε στον δημόσιο διάλογο αναφορές σε στόχους χωρίς ταυτόχρονες προτάσεις για τα μέτρα που θα τους επιτύχουν. Το κατάλληλο επίπεδο λεπτομέρειας είναι της μορφής: "Προτείνουμε να κλείσουν όλες οι παράνομες χωματερές, με εξαίρεση τις τάδε και τάδε που προτείνουμε να γίνουν νόμιμες, και τα σκουπίδια των παράνομων να διοχετευθούν εκεί & εκεί, για τους τάδε & δείνα λόγους με τους τάδε και δείνα τρόπους. Το κόστος, που το υπολογίζουμε ότι είναι τόσο, προτείνουμε να καλυφθεί από τα δημοτικά τέλη των δήμων που θα εξυπηρετούνται από την κάθε χωματερή.".
Σημειωτέον ότι υπερβολικά πολλές λεπτομέρειες σε μια πρόταση, μπορεί να είναι τόσο πρόβλημα όσο και οι πολύ λίγες. Για παράδειγμα η πρόταση: “Να διαπραγματευτούμε με την Τουρκία την υφαλοκρηπίδα και να υποχωρήσουμε στα τάδε και τάδε σημεία”, δεν βοηθάει σε λύση του προβλήματος. Η πρόταση “να διαπραγματευτούμε με την Τουρκία για την υφαλοκρηπίδα με καλή πίστη, υπό την προϋπόθεση ότι θα επιδείξουν κι εκείνοι την ανάλογη”, είναι πολύ καταλληλότερη ως προς τις λεπτομέρειες που ενσωματώνει.
- Το επίπεδο λεπτομέρειας των απαντήσεων χρειάζεται να είναι αντίστοιχο της σχετικής πρότασης.
Για παράδειγμα η απάντηση στην πρόταση: "Να αυξηθεί το αφορολόγητο όριο κατά 3000€...", δεν μπορεί να είναι: "Είμαστε υπέρ της δίκαιης κατανομής των φορολογικών βαρών". Χρειάζεται να είναι: "Δεν συμφωνούμε γιατί...", ή "Συμφωνούμε διότι..." ή "Αντιπροτείνουμε να αυξηθεί περισσότερο γιατί..." ή “...λιγότερο διότι...”.
Και πάλι, η απάντηση σε πρόταση, μπορεί να είναι αναντίστοιχη της πρότασης τόσο λόγω υπερβολικής λεπτομέρειας, όσο και λόγω υπερβολικής γενικότητας. Για παράδειγμα στην πρόταση, “να ιδιωτικοποιηθούν οι ΔΕΚΟ ώστε να μειωθούν τα ελλείμματα”, η απάντηση “δεν συμφωνούμε γιατί θα αυξηθεί η τιμή του ρεύματος αν ιδιωτικοποιηθεί η ΔΕΗ” είναι μεγαλύτερης λεπτομέρειας απ' όσο αντιστοιχεί. Επιπλέον δεν παρέχει απάντηση επί της αρχής την οποία προωθεί η πρόταση. Απάντηση, “συμφωνούμε επί της αρχής, υπό την προϋπόθεση ότι θα βρεθεί τρόπος να αποφευχθούν αρνητικές εξελίξεις για τους καταναλωτές”, ή “διαφωνούμε επί της αρχής γιατί θεωρούμε ότι μόνο το δημόσιο μπορεί να υποστηρίξει επαρκώς τα συμφέροντα των καταναλωτών”, είναι πιο κατάλληλη βάση για τον σχετικό διάλογο, που θα περιλάβει την κατάλληλη στιγμή και τις σημαντικές λεπτομέρειες.
- Το όποιο κόστος μιας πρότασης χρειάζεται να αποτελεί απαραίτητα μέρος της πρότασης και συζητείται ταυτόχρονα. Αν το κόστος είναι οικονομικό, η εκτίμηση και ο τρόπος κάλυψής του, χρειάζεται να είναι μέρος της ίδιας πρότασης.
Δηλαδή η πρόταση "Προτείνουμε να δοθεί αύξηση στους απεργούντες καθηγητές", για να γίνει αποδεκτή χρειάζεται να πάρει την μορφή: "Προτείνουμε να δοθεί αύξηση τόση στους απεργούντες καθηγητές. Το κόστος το υπολογίζουμε ότι είναι τόσο, και προτείνουμε να καλυφθεί με αύξηση του τάδε φόρου κατά τόσο, ή με μείωση της δείνα δαπάνης κατά τόσο, ή με αύξηση του δανεισμού κατά τόσο ή με εισφορά των γονέων των μαθητών κλπ.".
Συχνή πρακτική που αντιβαίνει τον συγκεκριμένο κανόνα είναι η σύνταξη του δημοσιογράφου με τον πόνο ή την έκκληση των καλεσμένων του, με μεγάλη ευκολία, χωρίς να συμβουλεύεται την άλλη άποψη, πχ. εκπρόσωπο της πολιτείας, ή να ζυγίζει έστω και πρόχειρα τα υπέρ και τα κατά. Η αναζήτηση της βέλτιστης όλων των εναλλακτικών, η ολιστική εικόνα έναντι της περιπτωσιολογίας, και η βελτιστοποίηση της κατανομής των πόρων συνολικά, είναι κύριος στόχος του δημόσιου διαλόγου. Θέλουμε οι επαγγελματίες του, δημοσιογράφοι και πολιτικοί, να μην το παραβλέπουν ποτέ και να το επαναφέρουν στον προσκήνιο σε κάθε ευκαιρία.
Νομίζω ότι αυτός είναι τόσο σημαντικός κανόνας που, αν και πολύ σκεπτικιστής έναντι των κάθε είδους ρυθμίσεων, θα ήμουν υπέρ της πρότασης να επιβληθεί δια νόμου στις εταιρείες δημοσκοπήσεων, όταν ρωτούν το κοινό, να ενσωματώνουν το κόστος της όποιας πρότασης στις ερωτήσεις τους. Για παράδειγμα, η ερώτηση σε δημοσκόπηση "Θέλετε να αυξηθούν οι συντάξεις;", θα ήθελα να συνοδεύεται υποχρεωτικά στην ίδια δημοσκόπηση από την ερώτηση "Πόσα θα πληρώνατε σε επιπλέον φόρους ώστε να αυξηθούν οι συντάξεις;".
- Όταν υπάρχουν διαθέσιμα αντικειμενικά στοιχεία, χρειάζεται να προτιμώνται έναντι των υποκειμενικών κρίσεων.
Για παράδειγμα γίνεται πολύ μεγάλη συζήτηση για την αύξηση της εγκληματικότητας στην Ελλάδα αυτή την εποχή, κι έχουν ακουστεί πολλά. Μία μόνο φορά, σ' όλον αυτό τον θόρυβο έτυχε να ακούσω παράθεση στοιχείων αν και μπήκα στον κόπο να παρακολουθήσω και σημαντικό μέρος της σχετικής συζήτησης στην Βουλή. Στην μία αυτή αναφορά, άκουσα με έκπληξη ότι, οι φόνοι για παράδειγμα, παρά την αύξησή τους την τελευταία τριετία, είναι κατά πολύ μειωμένοι σε σχέση με το 1998! Αυτό δεν εμπόδισε κανέναν να επιχειρηματολογεί εκτεταμένα επί του θέματος, σαν η εγκληματικότητα να είναι αυτή την εποχή χειρότερη από ποτέ, σε όλες της τις παραμέτρους.
Εννοείται ότι τα όποια στοιχεία χρειάζονται ερμηνεία που αναπόφευκτα ενσωματώνει την κρίση και την αίσθηση του ερμηνεύοντος. Ταυτόχρονα δεν θέλουμε να υποκαθιστά η όποια αίσθηση και κρίση, τα στοιχεία τα ίδια.
- Όταν γίνεται επίκληση αντικειμενικών στοιχείων, ο έλεγχός τους είναι ευθύνη των δημοσιογράφων.
Είναι συχνότατο το ενοχλητικό φαινόμενο όπου πολιτικοί αντίθετων παρατάξεων επικαλούνται αντικρουόμενα "αντικειμενικά" στοιχεία, όπως για παράδειγμα με την περίφημη απογραφή για την οικονομία, το 2004. Ακόμα πιο ενοχλητικό και ζημιογόνο για τον δημόσιο διάλογο, είναι ότι συχνά η σχετική θολούρα παραμένει αξεδιάλυτη για χρόνια και οι ειδικοί δημοσιογράφοι δεν αισθάνονται την ανάγκη να ερευνήσουν και να πάρουν θέση!
Συμβαίνει συχνά σε εκπομπές πολιτικού διαλόγου, οι πολιτικοί να διαφωνούν για μεγέθη όπως η ανεργία ή το έλλειμμα, με τον φιλοξενούντα δημοσιογράφο να παρακολουθεί αμήχανα, σαν να μην τον αφορά! Εύστοχα τέτοιοι δημοσιογράφοι χαρακτηρίζονται υποτιμητικά “του καναπέ”, γιατί “απλώς προεδρεύουν”, δεν θεωρούν την οποιαδήποτε έρευνα μέρος του ρόλου τους.
Σε αντίθεση μ' αυτό, το CNN, αμέσως μετά τις τηλεοπτικές αναμετρήσεις των υποψηφίων προέδρων, αναφερόταν στα στοιχεία που οι συμμετέχοντες επικαλέστηκαν παίρνοντας θέση για την ακρίβειά τους και σε περιπτώσεις ανακρίβειας ή παραποίησης, παίρνοντας θέση για το ποια ήταν τα ακριβή.
Για διαφωνίες που συμβαίνουν συχνά και αναμένονται, είναι λογική προσδοκία από τους δημοσιογράφους να είναι έτοιμοι από πριν με τα ακριβή στοιχεία. Για τις απροσδόκητες περιπτώσεις, θα μπορούσε να γίνει ευρέως διαδεδομένη απαίτηση του κοινού από τον εκάστοτε υπεύθυνο δημοσιογράφο, να ξεκαθαρίζει το συντομότερο τέτοιες διαφωνίες, έστω και εκ των υστέρων. Να ξεδιαλύνει δηλαδή το τοπίο, όσο συντομότερα και όσο σαφέστερα επιτρέπει η πολυπλοκότητα του θέματος, μετά από κατάλληλη δημοσιογραφική έρευνα.
- Η αλλαγή άποψης είναι θεμιτή όταν ομολογείται ανοιχτά και δικαιολογείται πλήρως.
Είναι κλασσική η αλλαγή "τροπαρίου" όταν η εκάστοτε κυβέρνηση γίνεται αντιπολίτευση και αντιστρόφως. Η μεταβολή γνώμης, όταν γίνεται συμφεροντολογικά, καλώς θεωρείται υποκριτική. Αυτό δεν είναι καλό να μας παρασύρει να κρίνουμε κάθε μεταβολή γνώμης ως απλώς ασυνέπεια (η κοινώς λεγόμενη "κωλοτούμπα"). Χρειάζεται ωριμότητα, θάρρος και ανοιχτό μυαλό για να αλλάζει κάποιος γνώμη, χαρακτηριστικά όλα πολύ επιθυμητά στην πολιτική ζωή. Αρκεί η μεταβολή γνώμης να αναγνωρίζεται ανοιχτά και να δικαιολογείται με επάρκεια.
- Κανείς δεν χρειάζεται να αποδεικνύει πως δεν είναι ελέφαντας.
Είναι συχνότατες οι ερωτήσεις: "Έχετε βλέψεις για πρωθυπουργός;", "Θα πάρετε πρόσθετα μέτρα;", "Θα κάνετε εκλογές νωρίτερα;". Ερωτήσεις που έχουν τις προφανείς απαντήσεις: "Αν προκύψει, γιατί όχι;", "Αν χρειαστεί, φυσικά", "Δεν αποκλείεται", κλπ. Το πρόβλημα είναι πως οι προφανείς απαντήσεις δεν δίνονται, γιατί όλοι γνωρίζουν πως ο ερωτών περιμένει στην γωνία, για να τις παρουσιάσει υπό το πρίσμα του "Κι άλλος ένας που δηλώνει δελφίνος", "Τα μέτρα αναγνωρίζεται ότι δεν είναι επαρκή", "Εκλογές προ των πυλών", κλπ.
Πιστεύω ότι οι προφανείς απαντήσεις χρειάζεται να καθιερωθεί ότι είναι ακριβώς αυτό, και οι "πονηρές" ερμηνείες τους, να εξοβελιστούν από τον δημόσιο διάλογο, γιατί καταλαμβάνουν πολύτιμο χώρο και χρόνο, χωρίς να αποδίδουν παρά αποπροσανατολισμό από τα σημαντικά θέματα.
- Συμπύκνωση της ουσίας είναι χρήσιμη, όχι όμως δυνατή επ' άπειρον και ισχύει πρωτίστως για τον ερωτώντα.
O Einstein είπε: "Κάνε το όσο πιο απλό γίνεται, όχι όμως απλούστερο!".
Είναι ευθύνη των δημοσιογράφων, από την μια να πιέζουν τους διαλεγόμενους να κάνουν καλή χρήση του χώρου και του χρόνου, και από την άλλη να τους αφήνουν όση άνεση χρειάζεται για να εκφραστούν επί της ουσίας, και σε επίπεδο λεπτομέρειας ανάλογο με την πολυπλοκότητα και την σημασία των θεμάτων. Το συχνότατο φαινόμενο όπου ο δημοσιογράφος διακόπτει τον καλεσμένο του ακριβώς την στιγμή που ετοιμάζεται να εκφράσει κάτι ουσιαστικό, είτε για να δώσει τον λόγο σε άλλον καλεσμένο, είτε για διαφημίσεις, είτε για αλλαγή θέματος, είτε για να κλείσει την εκπομπή, θέλουμε να μειωθεί δραστικά.
Ο κανόνας αυτός ισχύει για τους δημοσιογράφους αυστηρότερα απ' όσο για οποιαδήποτε άλλη κατηγορία συμμετεχόντων στον διάλογο. Περιμένουμε από τους δημοσιογράφους ως τους κατ' εξοχήν επαγγελματίες του χώρου, να είναι καλύτεροι απ' όλους στην αξιολόγηση του χρόνου και στην συμπύκνωση της ουσίας. Θέλουμε να σταματήσει το φαινόμενο όπου οι ερωτήσεις του δημοσιογραφικού "αστέρα" είναι συγκρίσιμης διάρκειας με τον χρόνο που διαθέτει στους καλεσμένους του για τις απαντήσεις.
Στις πρόσφατες μάλιστα δημόσιες αντιπαραθέσεις των πολιτικών αρχηγών για τις ευρωεκλογές [Ιούνιος 2009], το σοβαρό αυτό ελάττωμα πολλών δημοσιογράφων θεσμοθετήθηκε επίσημα! Και μάλιστα με την σύμφωνη γνώμη των πολιτικών!! Οι κανόνες του διαλόγου προέβλεψαν για τις ερωτήσεις των δημοσιογράφων ένα τρίτο του χρόνου που διατέθηκε για τις απαντήσεις στους πολιτικούς, η οποία στην πολύ πρόσφατη τηλεμαχία [Σεπτ. 2009], βελτιώθηκε σε ένα τέταρτο. Η αναλογία αυτή απέχει πολύ από το να είναι λογική νομίζω. Χρειάζεται πραγματικά ένας δημοσιογράφος μισό λεπτό για να κάνει την ερώτηση "Είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να υποστηρίξει την είσοδο της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση;"; Αν ναι, δεν βλέπω γιατί φαίνεται λογική η προσδοκία ότι οποιοσδήποτε πολιτικός έχει την ικανότητα να εξηγήσει με πληρότητα, ευκρίνεια και πειστικότητα τα υπέρ και τα κατά του πολύπλοκου αυτού θέματος, σε ενάμιση ή δύο λεπτά!
Στις πρόσφατες μάλιστα δημόσιες αντιπαραθέσεις των πολιτικών αρχηγών για τις ευρωεκλογές [Ιούνιος 2009], το σοβαρό αυτό ελάττωμα πολλών δημοσιογράφων θεσμοθετήθηκε επίσημα! Και μάλιστα με την σύμφωνη γνώμη των πολιτικών!! Οι κανόνες του διαλόγου προέβλεψαν για τις ερωτήσεις των δημοσιογράφων ένα τρίτο του χρόνου που διατέθηκε για τις απαντήσεις στους πολιτικούς, η οποία στην πολύ πρόσφατη τηλεμαχία [Σεπτ. 2009], βελτιώθηκε σε ένα τέταρτο. Η αναλογία αυτή απέχει πολύ από το να είναι λογική νομίζω. Χρειάζεται πραγματικά ένας δημοσιογράφος μισό λεπτό για να κάνει την ερώτηση "Είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να υποστηρίξει την είσοδο της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση;"; Αν ναι, δεν βλέπω γιατί φαίνεται λογική η προσδοκία ότι οποιοσδήποτε πολιτικός έχει την ικανότητα να εξηγήσει με πληρότητα, ευκρίνεια και πειστικότητα τα υπέρ και τα κατά του πολύπλοκου αυτού θέματος, σε ενάμιση ή δύο λεπτά!
- Η παρουσία δεν αρκεί, χρειάζεται ουσία.
Είναι ευθύνη των δημοσιογράφων και πάλι, να διακόπτουν τους φιλοξενούμενούς τους, όταν εκφράζονται με τον γνωστό γενικόλογο "ξύλινο λόγο", που αποπειράται να δημιουργήσει εντυπώσεις χωρίς να διατυπώσει οτιδήποτε ουσιαστικό. Η πρόσκληση καλεσμένου σε εκπομπή δεν είναι επαρκής λόγος για να του δίδεται ο χρόνος που του αναλογεί. Χρειάζεται να τον κερδίζει, προσφέροντας προστιθέμενη αξία στον διάλογο, λέγοντας χρήσιμα πράγματα επί της ουσίας.
Ταυτόχρονα, και οι δημοσιογράφοι αλλά κυρίως εμείς οι πολίτες, θα κάνουμε καλά να μειώσουμε δραστικά τα πολλά και έντονα αντικίνητρα που έχουμε δημιουργήσει σ' εκείνους τους λίγους και εκλεκτούς που τολμούν να εκθέτουν στον δημόσιο διάλογο τις πραγματικές τους σκέψεις. Μόνο έτσι μπορούμε να προσδοκούμε ότι θα πληθαίνουν με τον χρόνο, αντί να είναι είδος “εν ανεπαρκεία” και “υπό εξαφάνιση”.
- Το θέαμα αφαιρεί, δεν προσθέτει ουσία.
Θέλουμε ο διάλογος να διεξάγεται όσο γίνεται σε επίπεδο λογικού, όχι θυμικού.
Είμαστε όλοι πολύ εξοικειωμένοι με την εικόνα των αντεγκλήσεων των “παραθυρικών αστέρων”. Είναι ευθύνη του φιλοξενούντα δημοσιογράφου, να φροντίζει οι ανταλλαγές να είναι σύμφωνες με τους παρόντες κανόνες. Είναι ευθύνη του να μην ξοδεύεται χρόνος εκτός ουσίας, ούτε με ανούσιες αντεγκλήσεις χωρίς επιχειρήματα, ούτε επί διαδικαστικών (δεν μίλησα αρκετά, δεν ολοκλήρωσα, δεν απάντησα, ο δείνα πήρε πολύ χρόνο, μην με διακόπτετε κλπ.). Καλεσμένοι που παγίως κάνουν "νούμερα" στον διάλογο ή γίνονται "νούμερα" οι ίδιοι, θέλουμε να αποκλείονται, ακόμα κι αν κάνουν "νούμερα" και στην θεαματικότητα.
- Χρειάζεται πολυφωνία μα και αναλογικότητα στην αντιπροσώπευση των απόψεων.
Το βήμα του δημόσιου διαλόγου, τουλάχιστον από τα ΜΜΕ (το διαδίκτυο εξαιρείται), συνιστά “πόρο εν ανεπαρκεία”. Η πρόσβαση σ' αυτό δεν μπορεί πρακτικά να είναι πλήρως ελεύθερη, επομένως χρειάζεται ρύθμιση.
Κατά την τρέχουσα προσέγγιση, στα κόμματα της Βουλής δίνεται σχεδόν ισοδύναμη πρόσβαση στο βήμα του δημόσιου διαλόγου, ανεξαρτήτως των ποσοστών που επέτυχαν στις εκλογές. Θεωρητικά λοιπόν, σε πολιτικές θέσεις που θεωρούνται σημαντικές από το 3% των πολιτών, μπορεί να διατίθεται χρόνος συγκρίσιμος με εκείνες που ενδιαφέρουν το 40%! Ταυτόχρονα θέσεις που δεν επιτυγχάνουν το κρίσιμο 3% της υποστήριξης του κοινού, σχεδόν καταδικάζονται στην αιώνια αφάνεια. Και τα δύο αυτά φαινόμενα της επικρατούσας προσέγγισης, υποβαθμίζουν την αποτελεσματικότητα του διαλόγου.
Χάριν της πολυφωνίας καλό είναι η αναλογικότητα να υποχωρεί και οι μειονοψηφικές απόψεις να ενισχύονται σε κάποιο μέτρο. Ταυτόχρονα, και η αναλογικότητα στην διάθεση του βήματος του διαλόγου έχει την αξία της, και δεν είναι καλό να παραμερίζεται τελείως. Το 40:5 της υποστήριξης των όποιων θέσεων καλό θα ήταν να μετασχηματίζεται σε πρόσβαση στο βήμα του διαλόγου 35:10 για παράδειγμα. Όχι όμως και σε 25:20! Υπ' αυτή την έννοια, η πρόσφατη τηλεμαχία [Σεπτ. 2009] των αρχηγών των κομμάτων εξουσίας, χωρίς την παρουσία των αρχηγών των μικρότερων κομμάτων, ήταν κίνηση προς την σωστή κατεύθυνση.
Επιπλέον, το αντικειμενικό και λογικό κριτήριο της εκπροσώπησης στην Βουλή, αν και χρήσιμο, καλό είναι να μην ανάγεται σε τόσο απόλυτα καθοριστικό. Ακόμα και τελείως περιθωριακές απόψεις, καλό θα ήταν να έχουν την ευκαιρία τους να βλέπουν το φως της δημοσιότητας και να συζητούνται σε κάποιο βαθμό.
Θέλουμε οι ιδέες να έχουν όλες βήμα, ακόμα και οι περιθωριακές, δεν θέλουμε όμως να το διαθέτουμε τελείως δυσανάλογα με την απήχησή τους!
- Οι ασθενείς κοινωνικές ομάδες χρειάζονται υπερεκπροσώπηση, όχι υποεκπροσώπηση.
Κλασσικό παράδειγμα είναι η μεταχείριση από τα μέσα επικοινωνίας, των ανέργων. Επειδή δεν έχουν οργάνωση και μέσα πίεσης (απεργίες, καταλήψεις, αποκλεισμούς δρόμων κλπ.), αν και πολλοί τους επικαλούνται, κανείς δεν υποστηρίζει ουσιαστικά τα συμφέροντά τους, ούτε τους δίνει βήμα για να τα υπερασπιστούν οι ίδιοι. Αντιστοίχως λείπει τελείως από τον δημόσιο διάλογο, εκπροσώπηση της ομάδας των φορολογούμενων πολιτών, που λόγω του εύρους και των χαρακτηριστικών της εκτεταμένης φοροδιαφυγής, αποτελείται κυρίως από τους αδύνατους οικονομικά. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι φορολογούμενοι αδικούνται διπλά, χωρίς να έχουν βήμα για να υπερασπιστούν τα (καλώς νοούμενα) συμφέροντά τους. Τελικά λοιπόν αδικούνται τριπλά.Χρειαζόμαστε πρακτικούς τρόπους για να μην μένουν ακάλυπτες στον δημόσιο διάλογο, ακριβώς οι ομάδες πολιτών που αξίζουν την μεγαλύτερη υποστήριξη.
- Χρειάζεται έντονη ενεργητική ενίσχυση νέων ιδεών και προσώπων.
Ο δημόσιος διάλογος ευνοεί από την φύση του απόψεις και πρόσωπα που έχουν ήδη αναδειχθεί. Αυτό είναι επόμενο. Ταυτόχρονα χρειάζεται αντίβαρο.
Είναι φυσικό να δίνουμε μεγαλύτερη σημασία σε πρόσωπα και ιδέες με τα οποία είμαστε εξοικειωμένοι ήδη. Έτσι εξασφαλίζεται ομαλή συνέχεια και ρυθμός αλλαγών όχι μεγαλύτερος απ' αυτόν που το σύστημα “αντέχει”. Υπ' αυτή την έννοια είναι θετικό. Η πρόοδος όμως, η σταδιακή βελτίωση, εξαρτάται αποκλειστικά από το νέο. Επειδή τα αντανακλαστικά του συστήματος είναι συντηρητικά, χρειάζεται το αντίβαρο της ενεργητικής υποστήριξης του νέου, ώστε να αποφεύγεται ο βάλτος της στασιμότητας.
Ίσως κάποιος σκεφθεί ότι αυτός ο κανόνας αντιφάσκει με τον κανόνα 15. Δεν είναι έτσι. Ο κανόνας 15 ορίζει ότι μειονοψηφικές ιδέες που έχουν ήδη περάσει από κρίση, καλό είναι να υποστηρίζονται κάπως περισσότερο απ' όσο τους αναλογεί, όχι όμως πολύ περισσότερο. Ο κανόνας 17 υποστηρίζει ότι νέες ιδέες ή άνθρωποι που δεν έχουν συμμετάσχει στον διάλογο μέχρι τώρα, μέχρι να κριθούν από την κοινωνία, χρειάζονται πρόσβαση στο βήμα πολύ μεγαλύτερη απ' όση αναλογεί στην υποστήριξη που εξασφαλίζουν αρχικά. Αλλιώς η κοινωνία μας κινδυνεύει σοβαρά να αφήνει να περνούν απαρατήρητα, ιδέες και πρόσωπα που έχουν πολλά και σημαντικά να συνεισφέρουν.
Φυσικά δεν φαντάζομαι ότι ο κατάλογος αυτός είναι οριστικός. Ούτε ότι οι κανόνες αυτοί του διαλόγου που προτείνω υπάρχει κάποιος τρόπος να επιβληθούν, ακόμα κι αν αυτό ήταν επιθυμητό, που δεν είναι. Θα ήθελα όμως να τους δω να "διαχέονται" στην πολιτική ζωή σταδιακά, και να διαποτίσουν την κουλτούρα της. Θα ήθελα να δω πολίτες, δημοσιογράφους και πολιτικούς να τους αποδέχονται και να τους επικαλούνται συχνά, όταν οι συντελεστές του διαλόγου ρίχνουν την ποιότητά του. Θα ήθελα όλο και περισσότεροι πολίτες να επιβραβεύουν εκείνους που τους τηρούν, και να επιζητούν την συμμετοχή τους στον δημόσιο διάλογο. Αντίστοιχα, με την απαξίωσή τους, να παραμερίζουν από το βήμα του εκείνους που τους παραβαίνουν.
Αν κάτι τέτοιο μπορούσε να επιτευχθεί έστω και σε έναν βαθμό, θα βελτίωνε νομίζω αισθητά την πολιτική μας ζωή. Δεν θα έλυνε βέβαια τα προβλήματα. Κανένας κόμπος της δημόσιας ζωής δεν θα λυνόταν από αυτό και μόνο. Ο τρόπος όμως που το πολιτικό μας σύστημα χειρίζεται τους κόμπους της κοινωνίας μας, πιστεύω ότι θα βελτιωνόταν αισθητά. Αυτό με την σειρά του θα έκανε αισθητή διαφορά προς το καλύτερο, στην αποτελεσματικότητα του πολιτικού μας συστήματος γενικά._
Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΩΛΕΙΤΑΙ ΣΕ ΤΙΜΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή---------------------------------
Ο Έλληνας Φορολογούμενος Πολίτης πληρώνει τα κρατικά κανάλια εκβιαστικά μέσω του λογαριασμού της ΔΕΗ. Δεν ερωτάται από κανέναν αν έχει την οικονομική δυνατότητα. Ούτε έχει δικαίωμα να βγει να πει τις ιδέες του, ή τη γνώμη του για τα κοινά. Ούτε του δίνεται η δυνατότητα να παρακολουθήσει ΔΩΡΕΑΝ τον προεκλογικό ΑΓΩΝΑ όλων των κομμάτων μεγάλων και μικρών κατά τη διάρκεια ΕΚΛΟΓΩΝ. Αντίθετα, στη διάρκεια των εκλογών είναι υποχρεωμένος να δίνει 10 ευρώ για την ψήφο του. Και όχι μόνον! ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ να ακούσει ομιλίες , σχόλια, προγράμματα των μικρών κομμάτων, των νέων και νεοσύστατων κομμάτων, που όπως όφειλε η κρατική τηλεόραση να δίνει την δυνατότητα , αφού ο έλληνας φορολογούμενος την πληρώνει γι' αυτό ακριβώς: ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙ Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟΣ ΝΑ ΕΛΕΓΧΕΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ, ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ, ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ , ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ κατάσταση με την ενδελεχή θεώρηση και έλεγχο όλων εκείνων που ψηφίζονται για να υπηρετήσουν την πατρίδα και τον έλληνα φορολογούμενο! Και μόνο που το γράφω νιώθω, τώρα πια που η ελπίδα πνίγηκεστις φοροκαταιγίδες, στους λογαριασμούς, στους έκτακτους φόρους-εισφορές,στην άπιαστη βενζίνη και πετρέλαιο θέρμανσης,στα χαράτσια,στους κάθε λογής μη ανταποδοτικούς φόρους,... ότι εμπαίζω τον εαυτό μου! Να υπηρετήσουν την πατρίδα.... γι' αυτό τους ψηφίζουμε 30 χρόνια τώρα... νομίζουμε.... , εκείνοι έχουν βουλευτική ασυλία και ΠΡΙΝ ΕΛΕΓΧΘΟΥΝ ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΟΥΣ παραγράφονται χωρίς να μπορεί κανείς να τους κουνήσει,... την ίδια ώρα: ο έλληνας φορολογούμενος γκρεμοτσακίζεται στις κορυφές της Πεντέλης, οικογένειες διαλύονται μαζί με τις οικογενειακές επιχειρήσεις, η ΕΛΛΑΔΑ ΠΩΛΕΙΤΑΙ ΕΙΡΗΝΙΚΑ ΣΕ ΤΙΜΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ, ο έλλληνας φορολογούμενος φυτοζωεί πνιγμένος από το δίκιο που έχασε με την ψήφο του την ίδια...
Δεν μου είναι σαφές πώς σχετίζεται το σχόλιο με το περιεχόμενο του άρθρου.
ΑπάντησηΔιαγραφή